Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Ιανουάριος, 2022

Όταν τον κοιτάς και σου κόβεται η ανάσα.

Από εκείνες τις μέρες που κάθομαι οκλαδόν στο τζάκι σαν μικρό παιδί και κοιτάζω την φωτιά. Μα δεν είμαι πλέον παιδί μαμά και ο κόσμος με τρομάζει.  Τι και αν ο χρόνος κυλάει σαν αναμμένο τσιγάρο, με τις αναμνήσεις σου πορεύεσαι. Η φωτιά κρατά ζωντανές τις σκέψεις μου και το κρύο έξω μου παγώνει τα άκρα των ποδιών, σαν να θέλει να ξυπνήσω. Να προσγειωθώ. Δυο δάχτυλα ουίσκι, να με βοηθήσουν να μουδιάσω το τώρα.  Στρωμένη φλοκάτη στο πάτωμα και πίνακες στον τοίχο που χαζεύω, καθώς ο αέρας και τα δέντρα γραντζουνάνε το παράθυρο. Δεν φοβάμαι το σκοτάδι. Διακρίνεις την ομορφιά μέσα από αυτό, όπως με τις ψυχές των ανθρώπων.  Μας φαντάζομαι λοιπόν, επάνω σε αυτήν την φλοκάτη.  Εσένα γυμνό να πίνεις το ουίσκι σου και μένα να με αγκαλιάζει το σεντόνι, καθώς με κοιτάς.  Τρέμει το χέρι μου, θα νομίζεις ότι έχω πρόβλημα. Αλλά ευθύνεται το βλέμμα σου και η ανάσα μου κόβεται.  Το σώμα σου επάνω στο δικό μου, πάνω στην φλοκάτη.  Το σώμα σου επάνω στο δικό μου, να παίρνουν φωτιά και ο αέρας έξω να δυνα

Γυμνή στο μπαλκόνι. (αποσπάσματα)

     Κρύο βράδυ. Και εγώ προτίμησα να αράξω στο μπαλκόνι. Ήρεμη βραδιά. Ακόμα δεν ξεστολίσαμε και τα λαμπάκια μου χαμογελούν. Περπατούν από κάτω με μπουφάν, φορούν κασκόλ και κοντοστέκομαι με ένα πουκάμισο λευκό. Όμορφη βραδιά. Και εγώ χαζεύω τους γύρω μου.      Ποτό και τσιγάρο στο πλάι μου τις πιο δύσκολες μέρες. Χαζεύω στίχους τραγουδιών και αναπολώ το παρελθόν.  Μία χούφτα αναμνήσεις περνάνε αστραπιαία από μπροστά μου, όπως τα αυτοκίνητα κάτω από το σπίτι μου.  Κρύωσαν τα πόδια μου στο πλακάκι καθώς κόβω βόλτες ξυπόλητη στο μπαλκόνι και δαγκώνω το κάτω μέρος από τα χείλη μου.  Παραδόξως δεν σκέφτομαι κάτι προς ώρας, παρά μόνο το σκονισμένο πλακάκι που πατώ. Ο ουρανός μαύρος, μέχρι και οι πολυκατοικίες τον έκρυψαν απ'τα μάτια μου. Πετράλωνα.  Τα Πετράλωνα φαίνονται όμορφα μόνο από ψηλά. Μια γουλιά ούζο και σκέψεις διάσπαρτες να πλανόνται στον αέρα.       Θα μπορούσα να πελιπλανιέμαι ξυπόλητη με εκείνο το λευκό πουκάμισο στα ξύλινα πατώματα. Ακόμα και στις μύτες θα με άκουγες από

Οι Κυριακές μου.

Εκείνο το πρωινό. Που ξύπνησα και το ένιωσα κενό, γιατί δεν ήσουν εδώ... Σηκώθηκα, έπλυνα το πρόσωπο μου, φόρεσα το ψεύτικο χαμόγελο μου και έφτιαξα τον καφέ μου.  Τον πίνω γλυκό, να μου θυμίσει γλυκές στιγμές του χθες. Έκατσα οκλαδόν σε αυτήν την καρέκλα που τόσο με κουράζει, γιατί πιάνεται ο κώλος μου και άναψα τσιγάρο. Μια κλασσική Κυριακή που μοιάζει με τις άλλες, μα δεν είναι. Το βλέμμα χάνεται στο κενό, αν με κοιτούσε κάποιος θα αναρωτιόταν γιατί κοιτάζω στον τοίχο. Πλακάκια με μάρμαρο που σχηματίζουν πρόσωπα. Πρόσωπα που φιλιούνται, πρόσωπα που κοιτιούνται... Οι Κυριακές πρέπει να ξημερώνουν με αγκαλιές και πόδια κάτω από τα σκεπάσματα να τρίβονται μεταξύ τους. Πρέπει. Εμείς φτιάχνουμε τις Κυριακές μας. Εμείς τις ορίζουμε έτσι. Πόδια να μπλέκονται μεταξύ τους, σφιχτά τα χέρια, πάθος και στα δυο βλέμματα. Δεν θέλω να σηκωθώ.  Σφίξε με, πάρε με αγκαλιά και φίλα με. Έτσι, γυμνός με αυτό το μαύρο μποξεράκι που σου πηγαίνει.  Έτσι έχω φανταστεί τις Κυριακές μου .  02/01/22 Τζω.