Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Αύγουστος 22'

Και αν ο Αύγουστος είχε γεύση, θα ήταν αυτή των χειλιών σου. Αύγουστος που θυμίζει άραγμα στον καναπέ, όταν οι άλλοι ψήνονται έξω.  Χαμόγελο που θυμίζει ηλιοβασίλεμα, σαν αυτά που χαζεύουμε στις παραλίες καθώς κοιτάμε το πουθενά.  Και αναρωτιόμαστε πόσο μικροί είμαστε.  Αέρας βραδινός, ίσα που μας ακουμπάει στα μάγουλα...  Σαν όπως σε φιλώ τα βράδια πριν σε καληνυχτίσω, καθώς τα μάτια σβήνουν από την κούραση.  Και αν οι διακοπές είχαν φωνή, θα φώναζαν το όνομα σου.  Θα σε ξυπνούσα με καφέ και πρωινό στο κρεβάτι, όσο αγουροξυπνημένα θα μου χαμογελούσες.  Κουρτίνα κλειστή, ίσα που ο ήλιος θα μας χάιδευε τα πρόσωπα.  Το δικό μας ξυπνητήρι.  Αυλή και καφές στον κήπο.  Θα πίνω καφέ κοιτάζοντας το κενό και εσύ θα γελάς με το κοιμισμένο βλέμμα μου.  Και αν αγχώνομαι όπως πάντα, θα κρατάς τις ισορροπίες.  Και αν σε θυμώνει οποιοσδήποτε, θα κρατώ τις δικές σου.  Και αν παίρνω την μάνα μου συχνά για καληνύχτα μην απορείς, δεν είναι από αναφορά. Την σκέφτομαι.  Και αν σταθώ σε εκείνη την αυλή και
Πρόσφατες αναρτήσεις

Απρίλης

Βραδινός αέρας του Απρίλη να χαϊδεύει τους ώμους μας. Ούτε κρύο, ούτε ζέστη. Σαν με κοιτάς να κοκκινίζω και να γελούν τα μάτια μου. Να μην χρειαστεί να πούμε κουβέντα, τα μάτια θα μιλήσουν μόνα τους. Και είναι εκεί που με κοιτάς και όπως κοκκινίζουν τα μάγουλα μου, κατεβάζω το κεφάλι μου κάτω σαν μικρό παιδί. Μέχρι και τα λακάκια μου γελούν, καθώς δαγκώνω το κάτω μέρος απ'τα χείλη μου. Και αν πατήσεις το γκάζι, μην έχεις την έννοια μου. Κοιτάμε ευθεία στο κενό, όσο αφήνουμε τα δέντρα πίσω μας. Και αν ανοίγω το παράθυρο τέρμα, μην απορείς. Χειμώνα - καλοκαίρι, ο αέρας μου κρατάει συντροφιά. Και αν δεν προλάβω να σου πω καλημέρα, μην ξενερώνεις. Ξυπνάω στραβά, που δεν ξυπνάω πλάι σου. Και αν δεν προλάβω να φάω, μην θυμώνεις. Με καταβάλει το άγχος και η κούραση. Και αν κολλάω πάνω σου όταν σε έχω αγκαλιά μου, μην τρομάζεις. Μου θυμίζεις παιδικό έρωτα με παγωτό στο χέρι, καλοκαίρι, που δεν θέλω να τελειώσει. Καλοκαίρια που έφτανε τέλος Αυγούστου και ανυπομονούσες να γυρίσεις πίσω στο σ

Καλοκαίρι.

Μου θυμίζεις παιδικό έρωτα. Από αυτούς τους καλοκαιρινούς, που μυρίζεις θάλασσα και αλάτι και ίσα που σε ακουμπάει ο Αυγουστιάτικος αέρας. Που βλέποντας τον ήλιο θυμάσαι παιδικές αναμνήσεις που αναπολείς. Κάπως έτσι μοιάζεις... Σε κοιτώ στα μάτια και μου κόβεται η ανάσα. Ταχυπαλμίες λες και είμαι 15 χρονών κοριτσάκι. Που πέφτουν οι άμυνες μου και λιώνω. Που κρατώντας σου το χέρι μου θυμίζεις καλοκαίρι και παγωτό στο χέρι. Από εκείνο το αγαπημένο. Και αν το νηφάλιο μου χαμόγελο δεν σου αρκεί, το μεθυσμένο μου θα σου βγάλει αλήθειες της βραδιάς και οι κόμποι θα λυθούν. Δεν θέλω από εκείνους τους σοβαρούς έρωτες. Θέλω εκείνους τους τρελούς, γεμάτο πάθος. Που θα τους κοιτάμε από ψηλά και θα γελάμε. Θα κάνουμε όνειρα για το αύριο και θα γλεντάμε το σήμερα. Και αν πέσω με τα μούτρα, μην θυμώνεις. Μου έχει λείψει αυτός ο παιδικός έρωτας και εγώ δένομαι. Θα μας συντροφεύουν τα αστέρια και θα κοιταζόμαστε με τις ώρες. Χωρίς να μιλάμε. Θα μιλούν τα μάτια μόνα τους κ

Αθεράπευτα Ρομαντική

Λίγη μουσική βοηθάει, ξέρεις. Να καθαρίσει το κεφάλι. Λίγο ποτό, επίσης. Να χαλαρώσει το σώμα, να χαμογελάσουν τα μάτια. Και ένα τσιγάρο να καίγεται, να μπουν οι σκέψεις σε τάξη. Διάσπαρτες οι σκέψεις και μπλεγμένες. Όπως μπλέκονται τα πόδια κάτω απ'τα σκεπάσματα. Τι και αν κοιτώ το κινητό, μου αποσπάει την προσοχή. Εδω. Χαρτί και στυλό.  Αθεράπευτα ρομαντική και αυθόρμητη.  Γιατί το να είσαι αυθόρμητος σε μια γελοία καθημερινότητα, δίνει πάθος. Και αθυρόστομη. Γιατί δεν χαρίζω.  Σε ευχαριστώ μάνα. Εκείνα τα πρώτα χαμόγελα.  Τα αθώα, τα ντροπαλά. Θυμίζουν έρωτες σαν αυτούς που σε κάνουν να νιώθεις παιδί. Ξεχνας πρωινά, δουλειά, πίεση, αλκοόλ, κούραση, στεναχώριες... Μονάχα δυο μάτια να σε κοιτούν και ο κόσμος να παύει να κινείται.  Ξάπλωσε με κάτω από τα αστέρια και έλα να μιλήσουμε για την ζωή. Για το τι θες, για το τι δεν θες. Μίλα μου όσο θα είμαι ξαπλωμένη.  Θα έχω γύρει το κεφάλι μου στα δεξιά και απλά θα σε χαζεύω.  Και αν με ρωτάς αν κουράστηκα θα γυρίσω και θα πέσω πάνω σου

Απρόσωπο Πάθος

Και αν δεν νιώθεις όταν σου μιλάω, πιες ένα ποτήρι ουίσκι και διάβασε τα γραπτά μου. Ένα σφηνάκι αλήθειας σε κάθε παράγραφο και τα πόδια μου να τρέμουν στην σκέψη σου.  Τα μάτια μου γυαλίζουν στο κενό, με μια μουσική χαώδης χωρίς νόημα. Απρόσωπο πάθος.  Εκεί που το σώμα μιλάει μόνο του.  Εκεί που το σώμα μου φωνάζει το δικό σου, με το τρόπο του.  Εκεί που οι λέξεις παύουν να έχουν σημασία.  Εκεί που το απρόσωπο πάθος, παίρνει σάρκα και οστά. Παύση για τσιγάρο- Μίλα μου με τις ώρες. Σε εκείνο το μπαλκόνι, φορώντας το μποξεράκι σου και εγώ εκείνο το σουτιέν που τόσο με ενοχλεί... αλλά παρόλα αυτά το έχω συνηθίσει.  Μία νύχτα του Αυγούστου που ίσα ίσα μας ακουμπάει ο αέρας.  Μίλα μου για τον καφέ σου που ήπιες το πρωί.  Μίλα μου για τα καντήλια που έριξες σε εκείνο το φανάρι σήμερα, γιατί ένας μαλάκας το πέρασε με κόκκινο. Δεν χαρίζεις, το ξέρω.  Μίλα μου για πολιτική, πόσο θέλεις τα τα κάψεις όλα.  Μίλα μου για βιβλία, για όνειρα, για πάθος, για σεξ, για έρωτα.  Μίλα μου, εγώ απλά θα σε

Τρέμουν τα πόδια μου.

Χημεία είναι δυο μάτια που ενώνονται χωρίς να πουν κουβέντα. Που μέσα από συνταγή με γράμματα γιατρού, θα καταλάβεις και τι νιώθει. Το πάθος είναι συναίσθημα, όχι λέξεις.  Βάλε να πιούμε να στα πω... Είναι δυο πόδια να μπλέκονται με τα δικά σου, χωρίς να ρωτάς το γιατί.  Είναι μια κουβέντα που καταλαβαίνεις πότε θα σωπάσεις.  Θηλυκό.  Είναι κοινά που δεν είναι κοινά. Γιατί να έχεις κοινά, για να ταιριάξεις με κάποιον;  Είναι σκοτεινό με μια δόση τρέλας.  Είναι οι στίχοι που βρίσκεις νόημα κάθε βράδυ.  Νόημα.  Και ας μην έχουν ξέρω'γω. Είναι η ζωή που δεν είχες, αλλά θέλεις.  Είναι ο μεγαλύτερος γρίφος της ζωής σου.  Είναι η στιγμή που νιώθεις ότι είναι αμοιβαίο.  Που κοιτάς και χάνεσαι, που τρέμουν τα πόδια σου.  Που ακόμα και τα πόμολα, γίνονται λόγος για να τον σκέφτεσαι.  Που η βροχή γίνεται φωτιά. Που το τασάκι γεμίζει.  Που κρατάς σφιχτά τα δάχτυλα σου και σφίγγεσαι.  Που δαγκώνεις τα χείλη σου και κοιτάς το κενό. Που το λάθος γίνεται σωστό και που το σωστό γίνεται λάθος.  Η χ

Όταν τον κοιτάς και σου κόβεται η ανάσα.

Από εκείνες τις μέρες που κάθομαι οκλαδόν στο τζάκι σαν μικρό παιδί και κοιτάζω την φωτιά. Μα δεν είμαι πλέον παιδί μαμά και ο κόσμος με τρομάζει.  Τι και αν ο χρόνος κυλάει σαν αναμμένο τσιγάρο, με τις αναμνήσεις σου πορεύεσαι. Η φωτιά κρατά ζωντανές τις σκέψεις μου και το κρύο έξω μου παγώνει τα άκρα των ποδιών, σαν να θέλει να ξυπνήσω. Να προσγειωθώ. Δυο δάχτυλα ουίσκι, να με βοηθήσουν να μουδιάσω το τώρα.  Στρωμένη φλοκάτη στο πάτωμα και πίνακες στον τοίχο που χαζεύω, καθώς ο αέρας και τα δέντρα γραντζουνάνε το παράθυρο. Δεν φοβάμαι το σκοτάδι. Διακρίνεις την ομορφιά μέσα από αυτό, όπως με τις ψυχές των ανθρώπων.  Μας φαντάζομαι λοιπόν, επάνω σε αυτήν την φλοκάτη.  Εσένα γυμνό να πίνεις το ουίσκι σου και μένα να με αγκαλιάζει το σεντόνι, καθώς με κοιτάς.  Τρέμει το χέρι μου, θα νομίζεις ότι έχω πρόβλημα. Αλλά ευθύνεται το βλέμμα σου και η ανάσα μου κόβεται.  Το σώμα σου επάνω στο δικό μου, πάνω στην φλοκάτη.  Το σώμα σου επάνω στο δικό μου, να παίρνουν φωτιά και ο αέρας έξω να δυνα